Μετριοπάθεια στα εσθονικά

Μετάφραση: μετριοπάθεια, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
piiramine, vahendamine, mõõdukus, mõõdukalt, mõõdukust, mõõdukas, mõõdukuse
Μετριοπάθεια στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μετριοπάθεια

μετριοπάθεια λεξικό γλώσσας εσθονικά, μετριοπάθεια στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • μετριάζω στα εσθονικά - tuju, keskmine, alanema, Bate, Vähendab, hinda alandama, hinda alla laskma
  • μετρικός στα εσθονικά - meetriline, meetermõõdustiku, mõõdik, meetrika, meetermõõdustikus
  • μετριοπαθής στα εσθονικά - keskmine, mõõdukas, mõõduka, mõõdukat, mõõdukad, mõõdukate
  • μετριοφροσύνη στα εσθονικά - tagasihoidlikkus, tagasihoidlikkuse, tagasihoidlikkust, tagasihoidlik, tagasihoidlikkuses
Τυχαίες λέξεις
Μετριοπάθεια στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: piiramine, vahendamine, mõõdukus, mõõdukalt, mõõdukust, mõõdukas, mõõdukuse