Μετριοπάθεια στα λετονικά
Μετάφραση: μετριοπάθεια, Λεξικό: ελληνικά » λετονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λετονικά
Μεταφράσεις:
mērenība, mērenību, palēnināšanās, tempa, moderācija
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μετριοπάθεια
μετριοπάθεια λεξικό γλώσσας λετονικά, μετριοπάθεια στα λετονικά
Μεταφράσεις
- μετριάζω στα λετονικά - oma, noskaņojums, garastāvoklis, apvaldīt, niknums, Bate, iemērkt mīkstināšanai, ...
- μετρικός στα λετονικά - metrisks, metrisko, metriskās, metriskā, metriskajās
- μετριοπαθής στα λετονικά - mērens, vidēji, mērena, mērenu, mēreni
- μετριοφροσύνη στα λετονικά - pieticība, vienkāršība, kautrība, tikumiskās jūtas, pieticības
Τυχαίες λέξεις
Μετριοπάθεια στα λετονικά - Λεξικό: ελληνικά » λετονικά
Μεταφράσεις: mērenība, mērenību, palēnināšanās, tempa, moderācija
Μεταφράσεις: mērenība, mērenību, palēnināšanās, tempa, moderācija