Μετριοπάθεια στα ιταλικά
Μετάφραση: μετριοπάθεια, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
moderazione, la moderazione, con moderazione, di moderazione, misura
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μετριοπάθεια
μετριοπάθεια λεξικό γλώσσας ιταλικά, μετριοπάθεια στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- μετριάζω στα ιταλικά - temperamento, parco, umore, temperare, moderato, moderare, bate, ...
- μετρικός στα ιταλικά - metrico, metrica, metriche, parametro, metrica di
- μετριοπαθής στα ιταλικά - moderato, moderare, temperare, parco, moderata, moderate, da moderata, ...
- μετριοφροσύνη στα ιταλικά - modestia, pudore, la modestia, il pudore, modesty
Τυχαίες λέξεις
Μετριοπάθεια στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: moderazione, la moderazione, con moderazione, di moderazione, misura
Μεταφράσεις: moderazione, la moderazione, con moderazione, di moderazione, misura