Μετριοπάθεια στα νορβηγικά
Μετάφραση: μετριοπάθεια, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
edruelighet, måtehold, moderasjon, moderering, modere, moderate mengder
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μετριοπάθεια
μετριοπάθεια λεξικό γλώσσας νορβηγικά, μετριοπάθεια στα νορβηγικά
Μεταφράσεις
- μετριάζω στα νορβηγικά - humør, stemning, lune, lynne, bate
- μετρικός στα νορβηγικά - metrisk, metriske, metric, beregning, beregningen
- μετριοπαθής στα νορβηγικά - moderat, moderate, middels
- μετριοφροσύνη στα νορβηγικά - beskjedenhet, sømmelighet, anstendighet, beskjed, bluferdighet
Τυχαίες λέξεις
Μετριοπάθεια στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: edruelighet, måtehold, moderasjon, moderering, modere, moderate mengder
Μεταφράσεις: edruelighet, måtehold, moderasjon, moderering, modere, moderate mengder