Μετριοπάθεια στα κροατικά

Μετάφραση: μετριοπάθεια, Λεξικό: ελληνικά » κροατικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
κροατικά
Μεταφράσεις:
umjerenost, dosljednost, uzdržavanje, suzbijanje, moderiranje, moderiranja, umjerenosti, moderaciju
Μετριοπάθεια στα κροατικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μετριοπάθεια

μετριοπάθεια λεξικό γλώσσας κροατικά, μετριοπάθεια στα κροατικά

Μεταφράσεις

  • μετριάζω στα κροατικά - smiriti, narav, umiriti, kaliti, smekšati, oportunista, ćud, ...
  • μετρικός στα κροατικά - metrički, metarski, metričkim, metričke, u metričkim, metrička
  • μετριοπαθής στα κροατικά - oportunista, smiriti, smekšati, umjeren, umjerena, umjereno, umjerene, ...
  • μετριοφροσύνη στα κροατικά - čednost, skromnost, skromnosti, skromnošću, umjerenost
Τυχαίες λέξεις
Μετριοπάθεια στα κροατικά - Λεξικό: ελληνικά » κροατικά
Μεταφράσεις: umjerenost, dosljednost, uzdržavanje, suzbijanje, moderiranje, moderiranja, umjerenosti, moderaciju