Μόνιμος στα εσθονικά
Μετάφραση: μόνιμος, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
alaline, asukas, püsiv, alalise, püsiva, alalist
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μόνιμος
μόνιμος κάτοικος- το κορίτσι, μόνιμος μηχανισμός κινητικότητας, μόνιμος κάτοικος- σε είδα, μόνιμος κάτοικος feat.ειρήνη σταματάκη - η φωνή, μόνιμος κάτοικος feat. πάνος γουργιώτης - όνειρο στιχοι, μόνιμος λεξικό γλώσσας εσθονικά, μόνιμος στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- μόλυνση στα εσθονικά - infektsioon, saastumine, nakkus, reostus, infektsiooni, nakkuse, nakatumise
- μόνιμα στα εσθονικά - püsivalt, alaliselt, pidevalt, jäädavalt, lõplikult
- μόνο στα εσθονικά - ainus, alles, vaid, ainult, üksnes
- μόνος στα εσθονικά - üksik, üksinda, üksildane, vallaline, üksainus, üksi, ainult, ...
Τυχαίες λέξεις
Μόνιμος στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: alaline, asukas, püsiv, alalise, püsiva, alalist
Μεταφράσεις: alaline, asukas, püsiv, alalise, püsiva, alalist