Μόνιμος στα σουηδικά
Μετάφραση: μόνιμος, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
invånare, konstant, permanenta, permanent, fast, bestående, ständig
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μόνιμος
μόνιμος κάτοικος- το κορίτσι, μόνιμος μηχανισμός κινητικότητας, μόνιμος κάτοικος- σε είδα, μόνιμος κάτοικος feat.ειρήνη σταματάκη - η φωνή, μόνιμος κάτοικος feat. πάνος γουργιώτης - όνειρο στιχοι, μόνιμος λεξικό γλώσσας σουηδικά, μόνιμος στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- μόλυνση στα σουηδικά - smitta, förorening, infektion, infektionen, infektioner, infektions
- μόνιμα στα σουηδικά - permanent, varaktigt, fast, ständigt, stadigvarande
- μόνο στα σουηδικά - endast, enastående, allena, enda, bara, ensam, blott, ...
- μόνος στα σουηδικά - ensam, ensamt, allena, enkel, ogift, enslig, ödslig, ...
Τυχαίες λέξεις
Μόνιμος στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: invånare, konstant, permanenta, permanent, fast, bestående, ständig
Μεταφράσεις: invånare, konstant, permanenta, permanent, fast, bestående, ständig