Πάτος στα εσθονικά
Μετάφραση: πάτος, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
kaubalaev, sokk, sokid, sisetald, soki
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πάτος
πάτοσ τησ οδοντόκρεμάσ σασ, πάτοσ συνώνυμα, πάτος ετυμολογία, πάτος σιλικόνης, κινητός πάτος, πάτος λεξικό γλώσσας εσθονικά, πάτος στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- πάταγος στα εσθονικά - kõmin, mürtsutamine, krahh, ragistama, plagistama, kolin, põmm, ...
- πάτερο στα εσθονικά - parvetaja, pruss, tala, Patero
- πάτωμα στα εσθονικά - põrand, alampiir, istungisaal, korrus, korrusel, põranda, sõna
- πάχνη στα εσθονικά - külm, hall, riimima, Rime, Kuura, lahkneb, Huurre
Τυχαίες λέξεις
Πάτος στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: kaubalaev, sokk, sokid, sisetald, soki
Μεταφράσεις: kaubalaev, sokk, sokid, sisetald, soki