Πάτος στα σουηδικά
Μετάφραση: πάτος, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
bak, botten, socka, strumpa, sock, strumpan, sockan
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πάτος
πάτοσ τησ οδοντόκρεμάσ σασ, πάτοσ συνώνυμα, πάτος ετυμολογία, πάτος σιλικόνης, κινητός πάτος, πάτος λεξικό γλώσσας σουηδικά, πάτος στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- πάταγος στα σουηδικά - larm, oljud, olycka, bråk, bang, smäll, valuta, ...
- πάτερο στα σουηδικά - Patero
- πάτωμα στα σουηδικά - våning, golv, våningen, golvet
- πάχνη στα σουηδικά - köld, frost, rimfrost, rimen, Rime
Τυχαίες λέξεις
Πάτος στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: bak, botten, socka, strumpa, sock, strumpan, sockan
Μεταφράσεις: bak, botten, socka, strumpa, sock, strumpan, sockan