Πάτος στα λιθουανικά

Μετάφραση: πάτος, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
dugnas, puskojinė, įklotė, kojinės, kojinių, kojinė
Πάτος στα λιθουανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πάτος

πάτοσ τησ οδοντόκρεμάσ σασ, πάτοσ συνώνυμα, πάτος ετυμολογία, πάτος σιλικόνης, κινητός πάτος, πάτος λεξικό γλώσσας λιθουανικά, πάτος στα λιθουανικά

Μεταφράσεις

  • πάταγος στα λιθουανικά - bankrotas, dundėti, trenksmas, stuktelėti, braukšt, barkščioti, bumbt
  • πάτερο στα λιθουανικά - Patero
  • πάτωμα στα λιθουανικά - aukštas, grindys, grindų, aukšte, Floor
  • πάχνη στα λιθουανικά - šalna, šarma, šaltis, šerkšnas, eiliuoti, rašyti rimuotus eilėraščius, rimas, ...
Τυχαίες λέξεις
Πάτος στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: dugnas, puskojinė, įklotė, kojinės, kojinių, kojinė