Πάτος στα πορτογαλικά
Μετάφραση: πάτος, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
fundo, peúga, meia, palmilha, da peúga, sock
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πάτος
πάτοσ τησ οδοντόκρεμάσ σασ, πάτοσ συνώνυμα, πάτος ετυμολογία, πάτος σιλικόνης, κινητός πάτος, πάτος λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, πάτος στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- πάταγος στα πορτογαλικά - tinido, pequeno, ruído, estrondo, golpe, bang, explosão, ...
- πάτερο στα πορτογαλικά - patero, pateiros
- πάτωμα στα πορτογαλικά - assoalho, banhar, andar, inundar, pavimento, inundação, soalho, ...
- πάχνη στα πορτογαλικά - frio, geada, fronteira, rima, rime, do rime, escarcha
Τυχαίες λέξεις
Πάτος στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: fundo, peúga, meia, palmilha, da peúga, sock
Μεταφράσεις: fundo, peúga, meia, palmilha, da peúga, sock