Πάτος στα ρουμανικά
Μετάφραση: πάτος, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
fund, ciorap, șosetă, șosete, soseta, ciorap de
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πάτος
πάτοσ τησ οδοντόκρεμάσ σασ, πάτοσ συνώνυμα, πάτος ετυμολογία, πάτος σιλικόνης, κινητός πάτος, πάτος λεξικό γλώσσας ρουμανικά, πάτος στα ρουμανικά
Μεταφράσεις
- πάταγος στα ρουμανικά - bubuitură, pac, lovitură
- πάτερο στα ρουμανικά - Patero
- πάτωμα στα ρουμανικά - etaj, podea, pardoseală, pardoseală de, de gresie
- πάχνη στα ρουμανικά - ger, chiciură, brumă, rime, chiciura, rimă, savurează
Τυχαίες λέξεις
Πάτος στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: fund, ciorap, șosetă, șosete, soseta, ciorap de
Μεταφράσεις: fund, ciorap, șosetă, șosete, soseta, ciorap de