Παράγραφος στα εσθονικά

Μετάφραση: παράγραφος, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
lõik, paragrahv, lõige, lõikes, lõike, lõikele
Παράγραφος στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: παράγραφος

παράγραφος με ορισμό, παράγραφος 2 του άρθρου 101 του ν. 2238/94, παράγραφος με παραδείγματα, παράγραφος word, παράγραφος α ́ του άρθρου 17 του π.δ. 60/2006 (φεκ α ́ 65), παράγραφος λεξικό γλώσσας εσθονικά, παράγραφος στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • παράγομαι στα εσθονικά - ammutama, tuletama, tegurid, tegureid, faktorid
  • παράγοντας στα εσθονικά - faktor, edasimüüja, tegur, teguriks, teguri
  • παράγω στα εσθονικά - lavastama, tootma, genereerima, sigitama, Toota, Suureneda, järelkasvu suurendada, ...
  • παράγωγος στα εσθονικά - tuletatud, tuletis, derivaat, derivaadi, derivaati, derivaadiga
Τυχαίες λέξεις
Παράγραφος στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: lõik, paragrahv, lõige, lõikes, lõike, lõikele