Παράγραφος στα ισλανδικά
Μετάφραση: παράγραφος, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
málsgrein, mgr, lið, málsgreinar, liður
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: παράγραφος
παράγραφος με ορισμό, παράγραφος 2 του άρθρου 101 του ν. 2238/94, παράγραφος με παραδείγματα, παράγραφος word, παράγραφος α ́ του άρθρου 17 του π.δ. 60/2006 (φεκ α ́ 65), παράγραφος λεξικό γλώσσας ισλανδικά, παράγραφος στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- παράγομαι στα ισλανδικά - þættir, þættir sem, þáttum, þætti, atriði
- παράγοντας στα ισλανδικά - þáttur, þátturinn, atriði, storkuþáttar, þáttur sem
- παράγω στα ισλανδικά - afurðir, framleiða, framleiðsla, procreate
- παράγωγος στα ισλανδικά - afleiða, afleiðu, afleiðan, afleiður, afleidd
Τυχαίες λέξεις
Παράγραφος στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: málsgrein, mgr, lið, málsgreinar, liður
Μεταφράσεις: málsgrein, mgr, lið, málsgreinar, liður