Παράγραφος στα ουκρανικά
Μετάφραση: παράγραφος, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
абзац, стаття, розділ, параграф, пункт, пункту
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: παράγραφος
παράγραφος με ορισμό, παράγραφος 2 του άρθρου 101 του ν. 2238/94, παράγραφος με παραδείγματα, παράγραφος word, παράγραφος α ́ του άρθρου 17 του π.δ. 60/2006 (φεκ α ́ 65), παράγραφος λεξικό γλώσσας ουκρανικά, παράγραφος στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- παράγομαι στα ουκρανικά - отримувати, відводити, відбуватись, витягати, фактори, чинники, факторів
- παράγοντας στα ουκρανικά - комісіонер, посередник, чинник, агент, фактор
- παράγω στα ουκρανικά - генеруйте, визивати, робити, породити, уколи, генерувати, виробляти потомство, ...
- παράγωγος στα ουκρανικά - похідний, похідна
Τυχαίες λέξεις
Παράγραφος στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: абзац, стаття, розділ, параграф, пункт, пункту
Μεταφράσεις: абзац, стаття, розділ, параграф, пункт, пункту