Προτρέπω στα εσθονικά
Μετάφραση: προτρέπω, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
käivitama, ajendama, tung, tungivalt, kutsun, nõudma
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: προτρέπω
προτρέπω συνώνυμο, προτρέπω ορισμός, προτρέπω λεξικό, προτρέπω αγγλικά, προτρέπω english, προτρέπω λεξικό γλώσσας εσθονικά, προτρέπω στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- προτομή στα εσθονικά - sissekukkumine, büst, bust, rinna, languse, pankrotti
- προτού στα εσθονικά - enne, ees, enne kui
- προτροπή στα εσθονικά - veenmine, manitsus, poole pöördumine, manitsuse, julgustussõna
- προφέρω στα εσθονικά - kuulutama, hääldama, avaldama, Sõnastada, selgelt hääldama
Τυχαίες λέξεις
Προτρέπω στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: käivitama, ajendama, tung, tungivalt, kutsun, nõudma
Μεταφράσεις: käivitama, ajendama, tung, tungivalt, kutsun, nõudma