Προτρέπω στα ισλανδικά
Μετάφραση: προτρέπω, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
hvet, hvetja, hvetjum, hvöt, að hvetja
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: προτρέπω
προτρέπω συνώνυμο, προτρέπω ορισμός, προτρέπω λεξικό, προτρέπω αγγλικά, προτρέπω english, προτρέπω λεξικό γλώσσας ισλανδικά, προτρέπω στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- προτομή στα ισλανδικά - brjóstmynd, Bust, andvana fæddur
- προτού στα ισλανδικά - áður, áður en, fyrir, áður en þú, fyrr
- προτροπή στα ισλανδικά - hugvekja, hvatningu
- προφέρω στα ισλανδικά - enunciate
Τυχαίες λέξεις
Προτρέπω στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: hvet, hvetja, hvetjum, hvöt, að hvetja
Μεταφράσεις: hvet, hvetja, hvetjum, hvöt, að hvetja