Προτρέπω στα ουκρανικά
Μετάφραση: προτρέπω, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
спонукувати, спонукати, спонукатиме, спонукатимуть, заохочувати
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: προτρέπω
προτρέπω συνώνυμο, προτρέπω ορισμός, προτρέπω λεξικό, προτρέπω αγγλικά, προτρέπω english, προτρέπω λεξικό γλώσσας ουκρανικά, προτρέπω στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- προτομή στα ουκρανικά - запити, сплюндрування, збанкрутувати, бюст, погруддя, груди
- προτού στα ουκρανικά - перед, раніше, до
- προτροπή στα ουκρανικά - заклик, призов, підтримка, попередження, поклик
- προφέρω στα ουκρανικά - займенник, вимовляти, виголошувати, промовляти
Τυχαίες λέξεις
Προτρέπω στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: спонукувати, спонукати, спонукатиме, спонукатимуть, заохочувати
Μεταφράσεις: спонукувати, спонукати, спонукатиме, спонукатимуть, заохочувати