Προτρέπω στα ουγγρικά
Μετάφραση: προτρέπω, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
sürgetik, sürgesse, sürgetni, sürgeti, ösztönözze
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: προτρέπω
προτρέπω συνώνυμο, προτρέπω ορισμός, προτρέπω λεξικό, προτρέπω αγγλικά, προτρέπω english, προτρέπω λεξικό γλώσσας ουγγρικά, προτρέπω στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- προτομή στα ουγγρικά - lefokozás, mellszobor, mellszobra, mell, bust, mellszobrát
- προτού στα ουγγρικά - elé, előtt, mielőtt, előtti, megelőzően
- προτροπή στα ουγγρικά - figyelmeztetés, buzdítás, buzdítást, buzdításunk, intésrõl
- προφέρω στα ουγγρικά - kiejt, kijelent, megfogalmazzák, kinyilvánít
Τυχαίες λέξεις
Προτρέπω στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: sürgetik, sürgesse, sürgetni, sürgeti, ösztönözze
Μεταφράσεις: sürgetik, sürgesse, sürgetni, sürgeti, ösztönözze