Σαλιαρίζω στα εσθονικά

Μετάφραση: σαλιαρίζω, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
süljenire, ilastama, Kuolata
Σαλιαρίζω στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: σαλιαρίζω

σαλιαρίζω λεξικό γλώσσας εσθονικά, σαλιαρίζω στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • σαλεύω στα εσθονικά - värisema, kolima, lõdisema, raputus, teisaldama, käik, nihutama, ...
  • σαλιάζω στα εσθονικά - ila, Kuolata, Suri, Lässyttää
  • σαλιγκάρι στα εσθονικά - tigu, snail, teo, etanan, tigude
  • σαλόνι στα εσθονικά - salong, puhketuba, Salon, salongisuurus, salongis, salongi
Τυχαίες λέξεις
Σαλιαρίζω στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: süljenire, ilastama, Kuolata