Σαλιαρίζω στα φινλανδικά

Μετάφραση: σαλιαρίζω, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
kuolata, drool, kuolaa, jääneestä kuolasta, kuolaamaan
Σαλιαρίζω στα φινλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: σαλιαρίζω

σαλιαρίζω λεξικό γλώσσας φινλανδικά, σαλιαρίζω στα φινλανδικά

Μεταφράσεις

  • σαλεύω στα φινλανδικά - muuttaminen, liikuttaa, heiluttaa, menetellä, muuttaa, siirtää, puistella, ...
  • σαλιάζω στα φινλανδικά - kuola, slobber, kuolaa, lässyttää, kuolata
  • σαλιγκάρι στα φινλανδικά - etana, snail, etanan, snailkuva, etanat
  • σαλόνι στα φινλανδικά - lojua, loikoilla, maleksia, sohva, odotushuone, salonki, Salonkiin, ...
Τυχαίες λέξεις
Σαλιαρίζω στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: kuolata, drool, kuolaa, jääneestä kuolasta, kuolaamaan