Σαλιαρίζω στα ισλανδικά
Μετάφραση: σαλιαρίζω, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
slefa
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σαλιαρίζω
σαλιαρίζω λεξικό γλώσσας ισλανδικά, σαλιαρίζω στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- σαλεύω στα ισλανδικά - dúa, flytja, hræra, snerta, hrista, hreyfa, dýja, ...
- σαλιάζω στα ισλανδικά - slobber
- σαλιγκάρι στα ισλανδικά - snigill, Snail
- σαλόνι στα ισλανδικά - Salon, Snyrtistofa, snyrtistofu, Hárgreiðslustofa
Τυχαίες λέξεις
Σαλιαρίζω στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: slefa
Μεταφράσεις: slefa