Σαλιαρίζω στα τούρκικα
Μετάφραση: σαλιαρίζω, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
saçmalamak, drool, Salyası, ağzı sulanmak, salyası akmak
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σαλιαρίζω
σαλιαρίζω λεξικό γλώσσας τούρκικα, σαλιαρίζω στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- σαλεύω στα τούρκικα - gitmek, kımıldamak, hareket, kımıldanma, kımıldatmak, hareket ettirmek, budge, ...
- σαλιάζω στα τούρκικα - salya, slobber, ağzından akmak, aşırı duygusal sözler, salya sümük öpmek
- σαλιγκάρι στα τούρκικα - sümüklüböcek, salyangoz, salyangozu, snail, bir salyangoz
- σαλόνι στα τούρκικα - divan, kanepe, salon, salonu
Τυχαίες λέξεις
Σαλιαρίζω στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: saçmalamak, drool, Salyası, ağzı sulanmak, salyası akmak
Μεταφράσεις: saçmalamak, drool, Salyası, ağzı sulanmak, salyası akmak