Στολή στα εσθονικά

Μετάφραση: στολή, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
vormirõivad, üleüldine, kõrvakujuline, ühtne, ühtsete, ühtsed, ühetaolise, ühetaoline
Στολή στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: στολή

στολή καραγκούνας, στολή σουλιώτισσας, στολή καράτε, στολή αμαλίας, στολή καμαριέρας, στολή λεξικό γλώσσας εσθονικά, στολή στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • στοιχειώνω στα εσθονικά - kummitama, püsikoht, Haunt, lemmikpaik
  • στοιχηματίζω στα εσθονικά - panus, kihlvedu, bet, panuse, ennustus, kihla
  • στολίζω στα εσθονικά - kaunistama, ehtima, Pyntätä, Ella õigus ennast
  • στολισμός στα εσθονικά - kaunistus, aumärk, ehtimine, ehe, ehted, kaunistusteks, adornment, ...
Τυχαίες λέξεις
Στολή στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: vormirõivad, üleüldine, kõrvakujuline, ühtne, ühtsete, ühtsed, ühetaolise, ühetaoline