Στολή στα ισλανδικά

Μετάφραση: στολή, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
samræmdu, samræmda, samræmt, samræmd, samhljóða
Στολή στα ισλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: στολή

στολή καραγκούνας, στολή σουλιώτισσας, στολή καράτε, στολή αμαλίας, στολή καμαριέρας, στολή λεξικό γλώσσας ισλανδικά, στολή στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • στοιχειώνω στα ισλανδικά - ásækja, öldur
  • στοιχηματίζω στα ισλανδικά - veðmál, veðmálið, veðja, Boð, að veðja
  • στολίζω στα ισλανδικά - primp
  • στολισμός στα ισλανδικά - adornment
Τυχαίες λέξεις
Στολή στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: samræmdu, samræmda, samræmt, samræmd, samhljóða