Στολή στα σλαβομακεδονικά

Μετάφραση: στολή, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
униформа, униформи, унифицирани, подеднакво, единствен
Στολή στα σλαβομακεδονικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: στολή

στολή καραγκούνας, στολή σουλιώτισσας, στολή καράτε, στολή αμαλίας, στολή καμαριέρας, στολή λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, στολή στα σλαβομακεδονικά

Μεταφράσεις

  • στοιχειώνω στα σλαβομακεδονικά - прогонуваат, прогонува, свратилиште, дувло, прогонува и
  • στοιχηματίζω στα σλαβομακεδονικά - залог, облог, обложувам, најпаметно, најпаметно ти
  • στολίζω στα σλαβομακεδονικά - primp
  • στολισμός στα σλαβομακεδονικά - украс, украсувањето, украсување, прекрасен украсу
Τυχαίες λέξεις
Στολή στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: униформа, униформи, унифицирани, подеднакво, единствен