Όν στα εσθονικά
Μετάφραση: όν, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
olemus, olemine, eksistents, olend, loodu, olevus, olendi
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: όν
κοινωνικό όν, πολιτικό όν, όν σπορ, ανθρώπινο όν, όν αλερτ, όν λεξικό γλώσσας εσθονικά, όν στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- όμορφος στα εσθονικά - ilus, kena, handsome, nägus
- όμως στα εσθονικά - kuid, vaid, siiski, ometi, aga, veel, veel pole, ...
- όνειδος στα εσθονικά - häbistus, etteheide, heita, etteheiteid, ette heita, teotuseks
- όνειρο στα εσθονικά - unenägu, unistus, unistada, unistate, dream, unistama
Τυχαίες λέξεις
Όν στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: olemus, olemine, eksistents, olend, loodu, olevus, olendi
Μεταφράσεις: olemus, olemine, eksistents, olend, loodu, olevus, olendi