Όν στα λευκορωσικά

Μετάφραση: όν, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
стварэнне, Утварэнне, стварэньне
Όν στα λευκορωσικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: όν

κοινωνικό όν, πολιτικό όν, όν σπορ, ανθρώπινο όν, όν αλερτ, όν λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, όν στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • όμορφος στα λευκορωσικά - прыгожы, прыгожыя, прыгожая
  • όμως στα λευκορωσικά - як, толькi, колькi, яшчэ
  • όνειδος στα λευκορωσικά - папрок, дакор, яго папрок, закід
  • όνειρο στα λευκορωσικά - марыць, мечтать, сон
Τυχαίες λέξεις
Όν στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: стварэнне, Утварэнне, стварэньне