Άνθρωποι στα ισλανδικά

Μετάφραση: άνθρωποι, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
fólk, almenningur, þjóð, manns, fólki, menn, fólkið
Άνθρωποι στα ισλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: άνθρωποι

άνθρωποι μονάχοι, άνθρωποι που ξεχωρίζουν, άνθρωποι και δελφίνια, άνθρωποι και μηχανές, άνθρωποι τύχης είδωλον επλάσαντο πρόφασιν ιδίης αβουλίης, άνθρωποι λεξικό γλώσσας ισλανδικά, άνθρωποι στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • άνθος στα ισλανδικά - blómstra, blóm, Flower, blómið, bl¿m
  • άνθρακας στα ισλανδικά - kol, kolum, kola
  • άνθρωπος στα ισλανδικά - drengur, persóna, karl, þjóð, maður, aðili, karlmaður, ...
  • άνισος στα ισλανδικά - ójöfn, ójafnari
Τυχαίες λέξεις
Άνθρωποι στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: fólk, almenningur, þjóð, manns, fólki, menn, fólkið