Άνθρωποι στα φινλανδικά
Μετάφραση: άνθρωποι, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
väki, asuttaa, ihmiset, jengi, kansoittaa, kansa, asua, ihmisiä, ihmisten, ihmistä, henkilöä
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: άνθρωποι
άνθρωποι μονάχοι, άνθρωποι που ξεχωρίζουν, άνθρωποι και δελφίνια, άνθρωποι και μηχανές, άνθρωποι τύχης είδωλον επλάσαντο πρόφασιν ιδίης αβουλίης, άνθρωποι λεξικό γλώσσας φινλανδικά, άνθρωποι στα φινλανδικά
Μεταφράσεις
- άνθος στα φινλανδικά - kukka, kukinta, kukkia, kukoistaa, rehottaa, puna, flower, ...
- άνθρακας στα φινλανδικά - hiili, kivihiili, hiilen, kivihiilen, hiili-
- άνθρωπος στα φινλανδικά - jengi, yksilö, väki, henkilö, asua, kansoittaa, ihmiskunta, ...
- άνισος στα φινλανδικά - epätasainen, eriarvoinen, erilainen, erisuuri, eriarvoista
Τυχαίες λέξεις
Άνθρωποι στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: väki, asuttaa, ihmiset, jengi, kansoittaa, kansa, asua, ihmisiä, ihmisten, ihmistä, henkilöä
Μεταφράσεις: väki, asuttaa, ihmiset, jengi, kansoittaa, kansa, asua, ihmisiä, ihmisten, ihmistä, henkilöä