Έσοδο στα ισλανδικά
Μετάφραση: έσοδο, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
tekjur, tekjum, tekna, tekjurnar, af tekjum
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: έσοδο
τεκμαρτό έσοδο, οριακό έσοδο, μέσο έσοδο, έσοδο ορισμός, δεδουλευμένο έσοδο, έσοδο λεξικό γλώσσας ισλανδικά, έσοδο στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- έρχομαι στα ισλανδικά - komast, koma, komið, kemur, að koma, kominn
- έρωτας στα ισλανδικά - unna, kyn, elska, ást, elskar, elskum, love
- έστω στα ισλανδικά - jafnvel, enn, einu sinni, einu
- έσχατος στα ισλανδικά - fullkominn, Endanlegt, endanlega, Ultimate
Τυχαίες λέξεις
Έσοδο στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: tekjur, tekjum, tekna, tekjurnar, af tekjum
Μεταφράσεις: tekjur, tekjum, tekna, tekjurnar, af tekjum