Έσοδο στα ρουμανικά
Μετάφραση: έσοδο, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
venituri, venit, veniturilor, venitul, veniturile
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: έσοδο
τεκμαρτό έσοδο, οριακό έσοδο, μέσο έσοδο, έσοδο ορισμός, δεδουλευμένο έσοδο, έσοδο λεξικό γλώσσας ρουμανικά, έσοδο στα ρουμανικά
Μεταφράσεις
- έρχομαι στα ρουμανικά - veni, spermă, vin, venit, vină, provin
- έρωτας στα ρουμανικά - dragoste, iubire, sexualitate, sex, iubi, iubesc, place, ...
- έστω στα ρουμανικά - chiar, chiar și, chiar si, mai
- έσχατος στα ρουμανικά - ultim, oribil, final, finală, suprem, ultimă
Τυχαίες λέξεις
Έσοδο στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: venituri, venit, veniturilor, venitul, veniturile
Μεταφράσεις: venituri, venit, veniturilor, venitul, veniturile