Έσοδο στα λευκορωσικά
Μετάφραση: έσοδο, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
даход, прыбытак
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: έσοδο
τεκμαρτό έσοδο, οριακό έσοδο, μέσο έσοδο, έσοδο ορισμός, δεδουλευμένο έσοδο, έσοδο λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, έσοδο στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- έρχομαι στα λευκορωσικά - адбыцца, прыходзiць, прыстань, прыехаць
- έρωτας στα λευκορωσικά - кахаць, каханне, любоў, любовь, каханьне
- έστω στα λευκορωσικά - нават
- έσχατος στα λευκορωσικά - канчатковы, канчатковую, канчатковая
Τυχαίες λέξεις
Έσοδο στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: даход, прыбытак
Μεταφράσεις: даход, прыбытак