Δέσμευση στα ισλανδικά

Μετάφραση: δέσμευση, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
skuldbinding, skuldbindingu, skuldbindingar, skuldbindingu um, vilji
Δέσμευση στα ισλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: δέσμευση

δέσμευση κοινού τραπεζικού λογαριασμού, δέσμευση τραπεζικών καταθέσεων, δέσμευση τραπεζικού λογαριασμού, δέσμευση συνώνυμα, δέσμευση τραπεζικών λογαριασμών, δέσμευση λεξικό γλώσσας ισλανδικά, δέσμευση στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • δέρνω στα ισλανδικά - berja, sigra, flog
  • δέσιμο στα ισλανδικά - binda, að binda, batt, því að binda, bindur
  • δέσμη στα ισλανδικά - geisla, bjálkanum, bjálki
  • δέσμιος στα ισλανδικά - fanga, til fanga, föngnum, hernumda, burt hertekin
Τυχαίες λέξεις
Δέσμευση στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: skuldbinding, skuldbindingu, skuldbindingar, skuldbindingu um, vilji