Δέσμευση στα πολωνικά

Μετάφραση: δέσμευση, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
zobowiązanie, poświęcenie, zaangażowanie, oddanie, zobowiązania, zaangażowania, zobowiązań
Δέσμευση στα πολωνικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: δέσμευση

δέσμευση κοινού τραπεζικού λογαριασμού, δέσμευση τραπεζικών καταθέσεων, δέσμευση τραπεζικού λογαριασμού, δέσμευση συνώνυμα, δέσμευση τραπεζικών λογαριασμών, δέσμευση λεξικό γλώσσας πολωνικά, δέσμευση στα πολωνικά

Μεταφράσεις

  • δέρνω στα πολωνικά - wygrać, takt, uderzać, bić, dudnienie, pokonywać, pokonać, ...
  • δέσιμο στα πολωνικά - sos, uczesanie, introligatorstwo, przewiązanie, dekoracja, obrywka, obszycie, ...
  • δέσμη στα πολωνικά - pakunek, pakiet, paczuszka, karton, ferajna, grupa, paczka, ...
  • δέσμιος στα πολωνικά - jeniec, pojmany, uwięziony, więzień, na uwięzi, branka, niewoli
Τυχαίες λέξεις
Δέσμευση στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: zobowiązanie, poświęcenie, zaangażowanie, oddanie, zobowiązania, zaangażowania, zobowiązań