Δέσμευση στα νορβηγικά
Μετάφραση: δέσμευση, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
troskap, engasjement, forpliktelse, satsing, engasjementet, forpliktelsen
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: δέσμευση
δέσμευση κοινού τραπεζικού λογαριασμού, δέσμευση τραπεζικών καταθέσεων, δέσμευση τραπεζικού λογαριασμού, δέσμευση συνώνυμα, δέσμευση τραπεζικών λογαριασμών, δέσμευση λεξικό γλώσσας νορβηγικά, δέσμευση στα νορβηγικά
Μεταφράσεις
- δέρνω στα νορβηγικά - rytme, slag, hjerteslag, piske, flog
- δέσιμο στα νορβηγικά - knytte, binde, tying, å binde, å knytte
- δέσμη στα νορβηγικά - pakke, knippe, bunt, bjelke, beam, stråle, strålen
- δέσμιος στα νορβηγικά - fange, captive, fangenskap, fanget, til fange
Τυχαίες λέξεις
Δέσμευση στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: troskap, engasjement, forpliktelse, satsing, engasjementet, forpliktelsen
Μεταφράσεις: troskap, engasjement, forpliktelse, satsing, engasjementet, forpliktelsen