Διαβλέπω στα ισλανδικά

Μετάφραση: διαβλέπω, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
ég sé, ég, ég séð, sé ég, ég sjá
Διαβλέπω στα ισλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διαβλέπω

διαβλέπω ετυμολογια, διαβλέπω λεξικο, διαβλέπω ορισμός, διαβλέπω βικιπαιδεια, διαβλέπω συνωνυμο, διαβλέπω λεξικό γλώσσας ισλανδικά, διαβλέπω στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • διαβιβάζω στα ισλανδικά - senda, að senda, flytja, sent, flutt
  • διαβιβαστής στα ισλανδικά - framsendingar, framsendar, fyrir framsendar
  • διαβολή στα ισλανδικά - róg, lastmælgi, lastmæli, rógbera
  • διαβολικός στα ισλανδικά - impish
Τυχαίες λέξεις
Διαβλέπω στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: ég sé, ég, ég séð, sé ég, ég sjá