Διαβλέπω στα λετονικά
Μετάφραση: διαβλέπω, Λεξικό: ελληνικά » λετονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λετονικά
Μεταφράσεις:
ieraudzīt, saskatīt, Es redzu, redzu, es neredzu, es to redzu
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διαβλέπω
διαβλέπω ετυμολογια, διαβλέπω λεξικο, διαβλέπω ορισμός, διαβλέπω βικιπαιδεια, διαβλέπω συνωνυμο, διαβλέπω λεξικό γλώσσας λετονικά, διαβλέπω στα λετονικά
Μεταφράσεις
- διαβιβάζω στα λετονικά - atnest, pārraidīt, nosūtīt, nosūta, pārsūta, nodot
- διαβιβαστής στα λετονικά - raidītājs, ekspeditors, ekspeditoram, ekspeditoru, forvarders
- διαβολή στα λετονικά - neslava, apmelot, neslavas celšana, neslavas celšanu, apmelojumi
- διαβολικός στα λετονικά - šķelmīgs, draiskulīgs
Τυχαίες λέξεις
Διαβλέπω στα λετονικά - Λεξικό: ελληνικά » λετονικά
Μεταφράσεις: ieraudzīt, saskatīt, Es redzu, redzu, es neredzu, es to redzu
Μεταφράσεις: ieraudzīt, saskatīt, Es redzu, redzu, es neredzu, es to redzu