Διαβλέπω στα ρουμανικά
Μετάφραση: διαβλέπω, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
Înțeleg, văd, vad, am vedea, am văzut
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διαβλέπω
διαβλέπω ετυμολογια, διαβλέπω λεξικο, διαβλέπω ορισμός, διαβλέπω βικιπαιδεια, διαβλέπω συνωνυμο, διαβλέπω λεξικό γλώσσας ρουμανικά, διαβλέπω στα ρουμανικά
Μεταφράσεις
- διαβιβάζω στα ρουμανικά - transmite, transmit, transmită, transmiterea, a transmite
- διαβιβαστής στα ρουμανικά - transmiţător, expeditor, forwarder, expeditor de, transportor, expeditii
- διαβολή στα ρουμανικά - calomnie, calomnia, defăimare, calomnii, calomniei
- διαβολικός στα ρουμανικά - neastâmpărat, impish, neastamparat, poznaș
Τυχαίες λέξεις
Διαβλέπω στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: Înțeleg, văd, vad, am vedea, am văzut
Μεταφράσεις: Înțeleg, văd, vad, am vedea, am văzut