Διαμορφώνω στα ισλανδικά
Μετάφραση: διαμορφώνω, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
tíska, gamaldags, skapað, smíðaði
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διαμορφώνω
διαμορφώνω στα αγγλικά, διαμορφώνω αντωνυμο, διαμορφωνω συνώνυμο, διαμορφώνω translation, διαμορφώνω λεξικο, διαμορφώνω λεξικό γλώσσας ισλανδικά, διαμορφώνω στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- διαμελίζω στα ισλανδικά - kryfja, að kryfja
- διαμετρώ στα ισλανδικά - diametrically, öndverðum, algjörlega, til algjörlega
- διανέμω στα ισλανδικά - dreifa, að dreifa, dreift, dreifingu, dreifingar
- διανοητικά στα ισλανδικά - andlega, andlegu
Τυχαίες λέξεις
Διαμορφώνω στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: tíska, gamaldags, skapað, smíðaði
Μεταφράσεις: tíska, gamaldags, skapað, smíðaði