Διαμορφώνω στα σουηδικά

Μετάφραση: διαμορφώνω, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
form, fason, dana, gestalt, mode, fashioned, formade, gammalmodiga, danade, hederliga
Διαμορφώνω στα σουηδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διαμορφώνω

διαμορφώνω στα αγγλικά, διαμορφώνω αντωνυμο, διαμορφωνω συνώνυμο, διαμορφώνω translation, διαμορφώνω λεξικο, διαμορφώνω λεξικό γλώσσας σουηδικά, διαμορφώνω στα σουηδικά

Μεταφράσεις

  • διαμελίζω στα σουηδικά - dissekera, dissekerar, dissect, obducera, bena
  • διαμετρώ στα σουηδικά - diametralt, är diametralt, raka, diametral
  • διανέμω στα σουηδικά - tilldela, fördela, distribuera, distribuerar, dela ut, sprida
  • διανοητικά στα σουηδικά - mentalt, psykiskt, mentally, förstånds, psykiska
Τυχαίες λέξεις
Διαμορφώνω στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: form, fason, dana, gestalt, mode, fashioned, formade, gammalmodiga, danade, hederliga