Διαμορφώνω στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: διαμορφώνω, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
обликувано, обликува, обликувала, се обликува, креираше
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διαμορφώνω
διαμορφώνω στα αγγλικά, διαμορφώνω αντωνυμο, διαμορφωνω συνώνυμο, διαμορφώνω translation, διαμορφώνω λεξικο, διαμορφώνω λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, διαμορφώνω στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- διαμελίζω στα σλαβομακεδονικά - сецира, мизеријата, го сецира, расчлени, да го сецира
- διαμετρώ στα σλαβομακεδονικά - дијаметрално, со дијаметрално, се дијаметрално, познати дијаметрално, дијаметрично
- διανέμω στα σλαβομακεδονικά - дистрибуирате, дистрибуираат, се дистрибуираат, дистрибуција на, дистрибуира
- διανοητικά στα σλαβομακεδονικά - ментално, психички, душевно, ментален, ментална
Τυχαίες λέξεις
Διαμορφώνω στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: обликувано, обликува, обликувала, се обликува, креираше
Μεταφράσεις: обликувано, обликува, обликувала, се обликува, креираше