Διαμορφώνω στα σλοβενικά
Μετάφραση: διαμορφώνω, Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
moda, móda, izdelano, oblikovan, modi
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διαμορφώνω
διαμορφώνω στα αγγλικά, διαμορφώνω αντωνυμο, διαμορφωνω συνώνυμο, διαμορφώνω translation, διαμορφώνω λεξικο, διαμορφώνω λεξικό γλώσσας σλοβενικά, διαμορφώνω στα σλοβενικά
Μεταφράσεις
- διαμελίζω στα σλοβενικά - razklati, razstavimo, secirati, seciral, razčleniti
- διαμετρώ στα σλοβενικά - diametralno, popolnoma, povsem, popolnem, v popolnem
- διανέμω στα σλοβενικά - distribucijo, distribuirati, razdeli, razširjati, distribuira
- διανοητικά στα σλοβενικά - duševno, psihično, umsko, mentalno, duševnimi
Τυχαίες λέξεις
Διαμορφώνω στα σλοβενικά - Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Μεταφράσεις: moda, móda, izdelano, oblikovan, modi
Μεταφράσεις: moda, móda, izdelano, oblikovan, modi