Ελαστικός στα ισλανδικά
Μετάφραση: ελαστικός, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
teygjanlegt, teygju, fjaðrandi, teygja, teygjanlega
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ελαστικός
ελαστικός επίδεσμος, ελαστικός τάπητας, ελαστικός αρμόστοκος, ελαστικός παρθενικός υμένας, ελαστικός στόκος, ελαστικός λεξικό γλώσσας ισλανδικά, ελαστικός στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- ελίσσομαι στα ισλανδικά - liðast, árbugða, meander
- ελίτ στα ισλανδικά - Elite
- ελαστικότητα στα ισλανδικά - mýkt, teygni, teygjanleikastuðul, teygjanleikastuðul sem, teigjanleikastuðul
- ελαττωματικός στα ισλανδικά - gallaður, gölluð, gallaðar, ábótavant, gallaða
Τυχαίες λέξεις
Ελαστικός στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: teygjanlegt, teygju, fjaðrandi, teygja, teygjanlega
Μεταφράσεις: teygjanlegt, teygju, fjaðrandi, teygja, teygjanlega