Ελαστικός στα ιταλικά
Μετάφραση: ελαστικός, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
malleabile, elastico, elastica, elastici, elastiche, elasticità
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ελαστικός
ελαστικός επίδεσμος, ελαστικός τάπητας, ελαστικός αρμόστοκος, ελαστικός παρθενικός υμένας, ελαστικός στόκος, ελαστικός λεξικό γλώσσας ιταλικά, ελαστικός στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- ελίσσομαι στα ιταλικά - meandro, meandri, a meandri, a meandro, meander
- ελίτ στα ιταλικά - elite, élite, d'elite, dell'elite, d'élite
- ελαστικότητα στα ιταλικά - elasticità, l'elasticità, di elasticità, elasticità della, elastico
- ελαττωματικός στα ιταλικά - guasto, difettoso, difettosa, difettosi, difettose
Τυχαίες λέξεις
Ελαστικός στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: malleabile, elastico, elastica, elastici, elastiche, elasticità
Μεταφράσεις: malleabile, elastico, elastica, elastici, elastiche, elasticità