Ελιά στα ισλανδικά
Μετάφραση: ελιά, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
ólífuolía, Olive, ólífu, olíuviði, olíuviðarblað í
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ελιά
ελιά πασοκ, ελιά κόμμα, ελιά δημοκρατική παράταξη, ελιά δέντρο, ελιά λεμόνι μπότσαρη, ελιά λεξικό γλώσσας ισλανδικά, ελιά στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- ελευθερώνω στα ισλανδικά - bersýnilegur, auðséður, út, Módelleyfi, gefa út, Release, losun
- ελεύθερα στα ισλανδικά - frjáls, ókeypis, frítt, án, frjálst
- ελιγμός στα ισλανδικά - maneuver, flugbragð, stjórnun er gerð, stjórnun er, módeli
- ελικοειδής στα ισλανδικά - helical, gormfjöður, skrúfulínumyndað
Τυχαίες λέξεις
Ελιά στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: ólífuolía, Olive, ólífu, olíuviði, olíuviðarblað í
Μεταφράσεις: ólífuolía, Olive, ólífu, olíuviði, olíuviðarblað í