Ελιά στα ουκρανικά
Μετάφραση: ελιά, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
маслина, оливковий, маслиновий, оливково
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ελιά
ελιά πασοκ, ελιά κόμμα, ελιά δημοκρατική παράταξη, ελιά δέντρο, ελιά λεμόνι μπότσαρη, ελιά λεξικό γλώσσας ουκρανικά, ελιά στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- ελευθερώνω στα ουκρανικά - прозорий, ясний, ясно, чистий, світлий, стерти, реліз
- ελεύθερα στα ουκρανικά - широко-широко, вільно, широко, рясно, безкоштовно, бесплатно, безплатно
- ελιγμός στα ουκρανικά - нежіночна, маневр
- ελικοειδής στα ουκρανικά - спіраль, виток, гвинтовий, гвинтової, гвинтових, гвинтовою, гвинтовій
Τυχαίες λέξεις
Ελιά στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: маслина, оливковий, маслиновий, оливково
Μεταφράσεις: маслина, оливковий, маслиновий, оливково