Εξαρθρώνω στα ισλανδικά

Μετάφραση: εξαρθρώνω, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
dislocate
Εξαρθρώνω στα ισλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εξαρθρώνω

εξαρθρώνω λεξικό γλώσσας ισλανδικά, εξαρθρώνω στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • εξαπολύω στα ισλανδικά - lausan tauminn, Unleashed, leyst úr læðingi, læðingi, úr læðingi
  • εξαργυρώνω στα ισλανδικά - innleysa, leysa, leyst, að innleysa, að leysa
  • εξαρτώμαι στα ισλανδικά - fer, ráðast, háð, treysta, veltur
  • εξασθένηση στα ισλανδικά - lækkun, samdráttur, hnignun, lækka, lækkunin
Τυχαίες λέξεις
Εξαρθρώνω στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: dislocate