Εξαρθρώνω στα τούρκικα
Μετάφραση: εξαρθρώνω, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
çıkarmak, disloke, dislocate, da altüst etmektedir, bozmak
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εξαρθρώνω
εξαρθρώνω λεξικό γλώσσας τούρκικα, εξαρθρώνω στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- εξαπολύω στα τούρκικα - kurmak, Unleashed, başardı, Kaçtı, başlattı, dışarı çıktı
- εξαργυρώνω στα τούρκικα - kurtarmak, itfa, bedelini, redeem, amorti
- εξαρτώμαι στα τούρκικα - bağlı, bağlıdır, bağımlı, bağlı olarak, değişir
- εξασθένηση στα τούρκικα - düşüş, azalma, gerileme, düşüşün, bir düşüş
Τυχαίες λέξεις
Εξαρθρώνω στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: çıkarmak, disloke, dislocate, da altüst etmektedir, bozmak
Μεταφράσεις: çıkarmak, disloke, dislocate, da altüst etmektedir, bozmak