Εξαρθρώνω στα λευκορωσικά
Μετάφραση: εξαρθρώνω, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
вывіхнуць, падвярнуць
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εξαρθρώνω
εξαρθρώνω λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, εξαρθρώνω στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- εξαπολύω στα λευκορωσικά - будаваць, развязалі, Зноў развязалі, разьвязалі, распачалі, распалілі
- εξαργυρώνω στα λευκορωσικά - выкупляць, выкупаць, выкупліваць
- εξαρτώμαι στα λευκορωσικά - залежаць, залежыць
- εξασθένηση στα λευκορωσικά - зніжэнне, паніжэнне, зьніжэньне
Τυχαίες λέξεις
Εξαρθρώνω στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: вывіхнуць, падвярнуць
Μεταφράσεις: вывіхнуць, падвярнуць